Κατά τη φθινοπωρινή περίοδο γίνεται η συγκομιδή του ελαιοκάρπου και μετ’ έπειτα το κλάδεμα του ελαιόδεντρου, όταν οι καιρικές συνθήκες το επιτρέπουν. Η χρήση των ραβδιστικών εργαλείων έχει ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό του δέντρου, τη δημιουργία πληγών και κατ’ επέκταση την εύκολη είσοδο παθογόνων μικροοργανισμών στο δέντρο. Επίσης, πληγές δημιουργούνται και από την κακοκαιρία όταν υπάρχει αέρας καθώς τα κλαδιά χτυπούν μεταξύ τους. Για την πρόληψη τέτοιων προσβολών γίνονται προληπτικοί ψεκασμοί με χαλκούχα σκευάσματα τα οποία προσκολλώνται στα φύλλα και έχουν μεγάλη περίοδο δράσης.

Τα σημαντικότερα παθογόνα που αντιμετωπίζονται προληπτικά με χαλκούχο ψεκασμό στα ελαιόδεντρα είναι εκείνα που ευνοούνται από την υψηλή υγρασία, δηλαδή: 

1. κυκλοκόνιο 
2. γλοιοσπόριο
3. κερκόσπορα
4. καρκίνωση

Ο ψεκασμός με χαλκό όταν χρησιμοποιείται σε συγκεκριμένα όρια θεωρείται ασφαλής πρακτική και μπορεί να εφαρμοστεί και σε βιολογικές ελαιοκαλλιέργειες με περιθώριο ψεκασμού μέχρι και 7 με 10 ημέρες πριν τη συγκομιδή, πάντα ανάλογα με το σκεύασμα που χρησιμοποιείται και τις οδηγίες της ετικέτας.

Κυριότερα χαλκούχα σκευάσματα

Τα βασικότερα είδη χαλκού είναι τρία:

1. Υδροξείδιο του χαλκού: Εφαρμόζεται κυρίως μετά το κλάδεμα και κατά την περίοδο της άνθησης.
2. Βορδιγάλειος πολτός: Συνήθως αποτελεί την πιο αποτελεσματική λύση για την αντιμετώπιση των παθογόνων. Η αναλογία που θα χρησιμοποιηθεί και το στάδιο που θα γίνει η εφαρμογή θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτική ώστε να μην είναι τελικά τοξικό για τα φυτικά μέρη. 
3. Οξυχλωριούχος χαλκός: Συνήθως αναμειγνύεται με διαφυλλικό σκεύασμα καλίου το οποίο αυξάνει την ελαιοπεριεκτικότητα.

Χρονική εφαρμογή

Οι ψεκασμοί με χαλκό γίνονται σε συγκεκριμένα στάδια ανάπτυξης του ελαιόδεντρου και πραγματοποιούνται στο σύνολο 3 με 5 ψεκασμοί. Ο πρώτος ψεκασμός γίνεται στα μέσα Σεπτέμβρη συνήθως, όταν ξεκινήσουν οι πρώτες βροχές, και συνεχίζεται περίπου μέχρι και 10 ημέρες πριν τη συγκομιδή (εξαρτάται από το εκάστοτε σκεύασμα και τις οδηγίες που το ακολουθούν). 

Για να γίνει αποτελεσματική εφαρμογή θα πρέπει να επιλεγεί μια μέρα χωρίς βροχοπτώσεις και έντονους ανέμους και ιδανικά αφού έχουν επέλθει οι βροχερές μέρες.

Οι περισσότεροι ελαιοκαλλιεργητές μαζί με την συγκομιδή πραγματοποιούν και το κλάδεμα. Στην περίπτωση αυτή κάνουν έναν ακόμα ψεκασμό με χαλκό. Όταν επιλεγεί η πιο ορθή πρακτική, δηλαδή πρώτα η συγκομιδή και από κάποιες ημέρες το κλάδεμα, τότε θα πρέπει να γίνονται δύο εφαρμογές έπειτα από κάθε μια καλλιεργητική πρακτική.

Όποτε και αν επιλεγεί να γίνει το κλάδεμα θα πρέπει να γίνει έπειτα κάποιος ψεκασμός επούλωσης με υδροξείδιο του χαλκού σε συνδυασμό με βόριο και ψευδάργυρο. 

Στις αρχές του χειμώνα, πριν τα τέλη Φλεβάρη γίνεται εφαρμογή βορδιγάλειου πολτού ή υδροξειδίου του χαλκού καθώς είναι περίοδος που ευνοεί την ανάπτυξη πολλών ασθενειών. Η τελευταία εφαρμογή την άνοιξη γίνεται είτε με υδροξείδιο του χαλκού είτε με οξυχλωριούχο χαλκό. Είναι σημαντικό να σταματήσουν οι εφαρμογές πριν την άνθηση.

Ωστόσο το πόσοι ψεκασμοί θα γίνουν και πότε σχετίζονται με την εκάστοτε καλλιέργεια, περιοχή, μικροκλίμα της περιοχής και τις καλλιεργητικές τεχνικές που εφαρμόζονται. Πριν γίνει κάθε εφαρμογή καλό είναι ο παραγωγός να συμβουλεύεται τον γεωπόνο της περιοχής του.

Τρόπος και ποσότητα εφαρμογής

Ο ψεκασμός πρέπει να γίνεται με ψεκαστήρα υψηλής πίεσης και με τέτοιο τρόπο ώστε να καλύπτει όλη τη φυλλική επιφάνεια τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά. Κατά μέσο όρο χρειάζεται περίπου 2 κιλά διαλύματος ανά ώριμο δέντρο (περίπου μισός τόνος διαλύματος σε δεξαμενή μπορεί να καλύψει  200 - 250 ελαιόδεντρα) αλλά σχετίζεται με το διάλυμα που θα επιλεγεί και τις οδηγίες της ετικέτας. Όταν ο ελαιοκαλλιεργητής διαθέτει λίγα δέντρα τότε την εφαρμογή μπορεί να την κάνει με έναν απλό ψεκαστήρα πλάτης.

Η εφαρμογή θα πρέπει να γίνεται με προσοχή και στις συνιστώμενες ποσότητες, ώστε να μην επιβαρύνει το οικοσύστημα και πάντα με κάλυψη του δέρματος και των ματιών ώστε να μην εκτίθεται στην ουσία ο χειριστής. 

Τι θα πρέπει να προσέξουν οι ελαιοπαραγωγοί όταν έχουν προσβολές;

Πολλοί παραγωγοί επιλέγουν να μην συγκομίσουν τον καρπό τους όταν αντιληφθούν ότι έχουν προσβληθεί σε τέτοιο ποσοστό, ώστε να μην υπάρχει οικονομικό όφελος από τη συγκομιδή. Ωστόσο το να παραμείνουν πάνω στο δέντρο έστω και ορισμένοι καρποί θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στην παραγωγή της επόμενης χρονιάς, εάν έχει ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη των παθογόνων. 

Επίσης, μπορεί ο χαλκός να μην είναι ιδιαίτερα τοξικός για τις μέλισσες αλλά είναι για τα ψάρια, συνεπώς όταν γίνονται εφαρμογές κοντά σε λίμνες πρέπει να γίνονται με προσοχή, δηλαδή αυστηρά στις συνιστώμενες ποσότητες και σε μέρες χωρίς αέρα και βροχή.

Μάθε περισσότερα για την ελιά εδώ.

Πηγές εικόνων:
Agrology.eu